ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ,
4 Βιβλία Που Πρέπει Να Διαβάσεις Μέχρι Τα Χριστούγεννα
Τρία γράμματα, ένας αποστολέας. Μια παιδική υπόσχεση που θα εκπληρωθεί εικοσιπέντε χρόνια μετά. Η Μαντώ, η Αγγελική, η Ηρώ και η Έλλη θα βρεθούν αντιμέτωπες με τον ίδιο τους τον εαυτό, με τον έρωτα, το ψέμα και την απώλεια. Εκείνο το απόγευμα θα πιούν Τσάι Βατόμουρο και η επόμενη μέρα δεν θα είναι ίδια για καμία από τις τέσσερις.
Μία κοπέλα με κόκκινα μαλλιά και λευκό δέρμα ξυπνάει στη μέση του πουθενά χωρίς να έχει την παραμικρή ιδέα που βρίσκεται και γιατί ολόκληρο το κορμί της υποφέρει από τραύματα χωρίς εξήγηση. Ένας καταιγισμός ερωτημάτων συνθλίβει το κουράγιο και την αντοχή της - γιατί βρέθηκε στη μέση του δάσους; Γιατί είναι μόνη; Ποιός της έκανε κακό; Μα η ερώτηση που την τρομάζει περισσότερο είναι μία: Ποιά είναι κι από πού έρχεται; Προσπαθεί να θυμηθεί το παρελθόν της χωρίς να μπορεί να μιλήσει γι’ αυτό. Πορεύεται με μοναδική βοήθεια ένα δαχτυλίδι στο εσωτερικό του οποίου αναγράφεται μια ημερομηνία και ορισμένες απόμακρες μνήμες που την επισκέπτονται αραιά για να της προκαλέσουν πόνο. Έχει ως μοναδικό στήριγμα μία οικογένεια που της παρέχει καταφύγιο παρόλο που προσπαθεί να μαζέψει τα κομμάτια της, έναν πληγωμένο άντρα που πασχίζει να ξεχάσει, ενώ εκείνη πολεμά να θυμηθεί, κι ένα κλωνάρι μη με λησμόνει στο σχήμα του απείρου σχεδιασμένο στην ωμοπλάτη της για να της υπενθυμίζει πως δεν πρέπει να ξεχνά...
Στο ιστορικό, καταπράσινο νησί της Αποκάλυψης, την Πάτμο, ξεκινά το ταξίδι της ζωής της η μικρή Σοφία. Οι προδιαγραφές του ήταν επτασφράγιστο μυστικό και τα μονοπάτια του αόρατα. Μόνο λίγα βήματα μπροστά ήταν αυτά που αχνοφαίνονταν και ήταν τα πρώτα που της χαρίστηκαν απλόχερα, πλούσια, σαν εφόδια για τις μετέπειτα μπόρες.
Ήταν ανύποπτος και επώδυνος ο τρόπος αλλαγής της πορείας της. Άφησε βίαια την παιδική ανεμελιά ακολουθώντας τους γονείς της σε ένα δύσβατο δρόμο. Η ασθένεια της μητέρας της Λήδας, μα ακόμη περισσότερο ο χαμός της, ήταν βαθύ χάραγμα στην τρυφερή ψυχή της.
Όταν καταλάγιασε η εσωτερική τρικυμία, άρχισε να συλλέγει μικρές όμορφες στιγμές και να τρέφεται από τα συναισθήματα αγάπης του πατέρα της, Ορέστη, και της -κατά παράδοξο τρόπο- θετής μητέρας της, Μαρίας. Η απόφαση να ζήσει μαζί της, όταν ο Ορέστης ξεκίνησε μια καινούργια ζωή δίπλα στη Δέσποινα, φανέρωνε το μεγάλο δέσιμο που είχε δημιουργηθεί μαζί της. Η μαθητική της ζωή κυλούσε όμορφα, φυσιολογικά και με πολλά όνειρα. Αυτό όμως που καθόρισε και δρομολόγησε το μέλλον της ήταν ένα τραγικό δυστύχημα στο σιδηροδρομικό σταθμό που καταγράφηκε μέσα της ανεξίτηλα και την οδήγησε στην πόρτα της ιατρικής.
Η νέα της ζωή ως φοιτήτρια και η εμφάνιση του έρωτα στο πρόσωπο του Μιχάλη, ενός μελλοντικού ψυχολόγου, την βοήθησαν να γνωρίσει τον εαυτό της. Μέσα από ατελεύτητες φιλοσοφικές και ρεαλιστικές συζητήσεις μαζί του, ανακάλυψε την αγάπη σε όλες τις μορφές της. σε πρόσωπα, ιδέες, πράγματα.
Ανάμεσα σε όλα αυτά γεννήθηκε το όραμα της Αμερικής. Η ειδικότητα στην ογκολογία σε ένα μεγάλο νοσοκομείο, όπως την ονειρεύτηκε, την έφερε αναγκαστικά αντιμέτωπη με την καρδιά της. Υπερίσχυσε το όνειρο στην επιτυχία και φρόντισε να κρατήσει στην καρδιά και το μυαλό τις πολύτιμες στιγμές που κουβαλούσε η μέχρι τότε ζωή της, αδυνατώντας να τις κατατάξει στα τετελεσμένα.
Ένα ταξίδι στη γενέτειρα της ήταν χρέος προς τον εαυτό της και μια υπόσχεση που είχε δώσει στον Μιχάλη στο παρελθόν. Οι αναμνήσεις της γιαγιάς Σοφίας όσο και της πολυαγαπημένης της μητέρας γέμισαν με θέρμη την ψυχή της, μέχρι τη στιγμή που ένα τηλεφώνημα γεμάτο αγωνία από την μητέρα του Μιχάλη τους ανακοίνωσε την ξαφνική ασθένεια του πατέρα του διασαλεύοντας την ηρεμία τους.
Το υποχρεωτικό «αγροτικό» της νέας γιατρού και το άνοιγμα του γραφείου του νέου ψυχολόγου ήταν οι βασικές ασχολίες τους την τελευταία χρονιά πριν την μεγάλη αναχώρηση για τη Ν.Υόρκη. Το ταξίδι στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού ήταν γεμάτο πρωτόγνωρες εντυπώσεις. Η άφιξή της όμως συνέπεσε με τραγικές στιγμές της συγγενικής οικογένειας που θα την φιλοξενούσε και οι οποίες ήταν η αιτία να βρεθεί κατ’ ευθείαν στον επαγγελματικό της χώρο. Ο θείος Γιάννης, η θεία Ελπίδα και ο ξάδελφος Άρης ήταν τα νέα μέλη της οικογένειας, οι δικοί της άνθρωποι. Ήταν καλοσυνάτοι μετανάστες που, μέσα από την νοσταλγία τους για την πατρίδα, κρατούσαν τη Σοφία «δεμένη» με τις ρίζες της και φυσικά με τον Μιχάλη που ποτέ δεν διέγραψε από τη ζωή της.
Ανέβαινε τα σκαλιά της επιτυχίας με καθοδηγητή έναν εξαίρετο επιστήμονα και άνθρωπο, τον καθηγητή Ντέιβις, ο οποίος την στήριξε στις δυσκολότερες στιγμές της ζωής της. Όταν ήρθε αντιμέτωπη με τον καρκίνο - έναν παλιό γνώριμο εξ’ αιτίας της μητέρας της και συγχρόνως έναν νέο εξ’ αιτίας της δουλειάς της- έπρεπε να αποδείξει στον εαυτό της μέσα από τη σωματική και ψυχική οδύνη το μεγαλείο της πίστης, τη δύναμη της ελπίδας και την άσβεστη αγάπη για ζωή.
Η παραμονή της στο νοσοκομείο από ένα διαφορετικό οπτικό πεδίο, όχι του γιατρού αλλά του ασθενή, άλλαξε το κέντρο βάρους των αντιλήψεών της. Η παρουσία του Μιχάλη δίπλα της στην πρώτη επέμβαση αλλά και η απουσία του στη δεύτερη εξαιτίας της ευαισθησίας της να του το αποκρύψει για ψυχολογικούς λόγους, οδήγησε σε καταστάσεις γεμάτες έντονα συναισθήματα. Η διαχείρισή τους υπήρξε ένα προσωπικό στοίχημα, οριακό και αβάσταχτο πολλές φορές, το οποίο κυοφόρησε μια μεγάλη απόφαση. την οριστική επιστροφή στην Ελλάδα. Η τελική μάχη δόθηκε στο νησί απ’ όπου ξεκίνησε, τη στιγμή που αποκάλυπτε στο Μιχάλη τη σωματική της αδυναμία να φέρει στη ζωή ένα παιδί.
Η ζωή μέσα από συγκυρίες, γεγονότα, καταστάσεις χαράς, πόνου, λύπης, είναι αυτή που οδήγησε τη Σοφία να ανακαλύψει τις πραγματικές αξίες στη ζωή της, τη χαρά να αγωνίζεται για αυτές και να προσδοκά πάντα το καλύτερο.
Σκιάθος 2011. Ο διάσημος φωτογράφος Βίκτωρας Κυριακόπουλος φτάνει από το εξωτερικό στο νησί του Παπαδιαμάντη για να καταγράψει με τον φακό του τις γνωστές και άγνωστες πλευρές του τόπου στο πλαίσιο του επόμενου επαγγελματικού του εγχειρήματος. Εκεί στη σκιά του Άθω (Σκιά + Άθως = Σκιάθος), παρακολουθούμε τις περιπλανήσεις του στο νησί, βλέπουμε πτυχές της ελληνικής πραγματικότητας και γινόμαστε μάρτυρες μιας διαδρομής που κινείται σε δύο επίπεδα:
Το πρώτο είναι αυτό της καλλιτεχνικής αγωνίας, που ψάχνει τρόπους για να βρει έκφραση σε ένα μέρος προικισμένο από τη φύση, αλλά εγκλωβισμένο ταυτόχρονα στη φήμη του ως τουριστικός προορισμός.
Το δεύτερο είναι αυτό της εσωτερικής αναζήτησης του ήρωα, ο οποίος ψάχνει εναγωνίως απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης.
Μέσα από τα μάτια του και, κυρίως, μέσα από τον φακό του παρακολουθούμε, σαν σε ταινία, την κοινωνία των ανθρώπων σε κάθε μορφή έκφρασής της και, αναπόφευκτα, αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας ή μέρος αυτού στην πληθώρα των χαρακτήρων που ο ήρωας συναντάει και συναναστρέφεται. Παράλληλα, γνωρίζουμε μέρη και σημεία του νησιού, τα οποία συνθέτουν τη μεγάλη εικόνα που επιθυμεί ο ήρωας να οικοδομήσει, όπως επίσης και κομμάτια της ιστορίας του νησιού μέσα από τις περιπλανήσεις του, εκεί που συνήθως ο μέσος ταξιδιώτης δεν επιχειρεί να φτάσει, καθώς και την καταγραφή των ηθών και εθίμων της ελληνικής κουλτούρας και παράδοσης.
Το τέλος αυτού του ταξιδιού σημαδεύεται από ένα αναπάντεχο γεγονός, το οποίο, μέσα από την τραγικότητά του, οδηγεί τον ήρωα στις απαντήσεις που έμεναν χρόνια εκκρεμείς, μετατρέποντας τον δρόμο του γυρισμού σε ένα λυτρωτικό ταξίδι αυτογνωσίας και εσωτερικής γαλήνης.
Εκεί, κάτω απ’ τη σκιά του Άθω, πάνω στο πλοίο της επιστροφής, ο Βίκτωρας Κυριακόπουλος αναγνωρίζει για πρώτη φορά τη δύναμη της ανθρώπινης φύσης να επιβάλει το φως πάνω στο σκοτάδι.
Το πρώτο είναι αυτό της καλλιτεχνικής αγωνίας, που ψάχνει τρόπους για να βρει έκφραση σε ένα μέρος προικισμένο από τη φύση, αλλά εγκλωβισμένο ταυτόχρονα στη φήμη του ως τουριστικός προορισμός.
Το δεύτερο είναι αυτό της εσωτερικής αναζήτησης του ήρωα, ο οποίος ψάχνει εναγωνίως απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης.
Μέσα από τα μάτια του και, κυρίως, μέσα από τον φακό του παρακολουθούμε, σαν σε ταινία, την κοινωνία των ανθρώπων σε κάθε μορφή έκφρασής της και, αναπόφευκτα, αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας ή μέρος αυτού στην πληθώρα των χαρακτήρων που ο ήρωας συναντάει και συναναστρέφεται. Παράλληλα, γνωρίζουμε μέρη και σημεία του νησιού, τα οποία συνθέτουν τη μεγάλη εικόνα που επιθυμεί ο ήρωας να οικοδομήσει, όπως επίσης και κομμάτια της ιστορίας του νησιού μέσα από τις περιπλανήσεις του, εκεί που συνήθως ο μέσος ταξιδιώτης δεν επιχειρεί να φτάσει, καθώς και την καταγραφή των ηθών και εθίμων της ελληνικής κουλτούρας και παράδοσης.
Το τέλος αυτού του ταξιδιού σημαδεύεται από ένα αναπάντεχο γεγονός, το οποίο, μέσα από την τραγικότητά του, οδηγεί τον ήρωα στις απαντήσεις που έμεναν χρόνια εκκρεμείς, μετατρέποντας τον δρόμο του γυρισμού σε ένα λυτρωτικό ταξίδι αυτογνωσίας και εσωτερικής γαλήνης.
Εκεί, κάτω απ’ τη σκιά του Άθω, πάνω στο πλοίο της επιστροφής, ο Βίκτωρας Κυριακόπουλος αναγνωρίζει για πρώτη φορά τη δύναμη της ανθρώπινης φύσης να επιβάλει το φως πάνω στο σκοτάδι.
0 σχόλια: