ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ,

Διαβάζουμε τις πρώτες σελίδες από το νέο μας μυθιστόρημα Στη Βικοχώρα έχει πάντα ήλιο της Χρύσας Μίσκου, εκδ. ΑΕΝΑΟΝ

3:48 π.μ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΕΝΑΟΝ 0 Comments


Είναι κάποιες μέρες που ό,τι και να κάνεις γίνεται στραβά. Δε θεωρώ τον εαυτό μου ιδιαίτερα τυχερό, μάλλον άτυχη θα με χαρακτήριζα, αλλά κάτι μέρες σαν αυτή που επρόκειτο να ξημερώσει, δεν αντέχονταν με τίποτα.
   Δεν μπορώ να πω ότι το προαισθάνθηκα, ποτέ δεν είχα τη λεγόμενη έκτη αίσθηση γι’ αυτό και κοιμήθηκα γαλήνια τον ύπνο του δικαίου το προηγούμενο βράδυ. Εντάξει, όχι και πολύ γαλήνια, μάλλον με πείραξε η μισή πίτσα που καταβρόχθισα πριν πάω για ύπνο γιατί στριφογύριζα και βογκούσα όλη νύχτα, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας.
   Η μέρα ξημέρωσε μουντή, υγρή και ομιχλιασμένη, κλασσική περίπτωση του Δεκεμβρίου στη Θεσσαλονίκη. Ξύπνησα είκοσι λεπτά μετά την ώρα που υποτίθεται ότι θα χτυπούσε το ξυπνητήρι, το στομάχι μου με πέθαινε – θα ήταν η πίτσα που λέγαμε πριν - δε βρήκα σιδερωμένα ρούχα και το ασανσέρ δε λειτουργούσε. Για το τελευταίο δεν έσκασα και ιδιαίτερα γιατί το κατέβασμα της σκάλας ήταν εύκολο, για το ανέβασμα θα ανησυχούσα αργότερα.
   Βγήκα λοιπόν στην Αγίου Δημητρίου και όπως ήταν φυσικό και επόμενο, δε βρήκα ταξί. Η ώρα ήταν εννιά και τέταρτο και ήδη θα έπρεπε να ήμουν στο ζεστό μου γραφειάκι και να παλεύω με αμετάφραστα κείμενα εδώ και ώρα. Δεν πτοήθηκα ούτε και αυτή τη φορά και απλά πήγα με τα πόδια στην Τσιμισκή χαζεύοντας, ομολογώ, στον δρόμο και αρκετές βιτρίνες και ας ήξερα ότι θα με καθυστερούσαν περισσότερο. Πλησίαζαν Χριστούγεννα και, αν και τα οικονομικά μου δε μου επέτρεπαν πολλά πολλά – εντάξει, είμαι ειλικρινής, δε μου επέτρεπαν τίποτα - θα σταμπάριζα αυτά που μου άρεσαν για τις εκπτώσεις.
   Έφτασα στο γραφείο στις δέκα παρά τέταρτο ακριβώς, για να αντιμετωπίσω την έξαλλη προϊσταμένη μου, τη Σοφία που ούρλιαζε πίσω μου ακολουθώντας με, από την ώρα που μπήκα μέχρι τη στιγμή που έβγαλα το παλτό μου και κάνοντάς το κουβάρι, το ακούμπησα στα πόδια μου, ενώ συγχρόνως προσπαθούσα να ισορροπήσω τα γυαλιά μου στο στόμα μου και άνοιγα με το άλλο χέρι τον υπολογιστή.
   «Τι ώρα είναι αυτή που εμφανίστηκες σήμερα, κυρία μου; Δεν ξέρεις ότι βρισκόμαστε σε περίοδο αιχμής; Εγώ λίγο ακόμα και θα μετακομίσω εδώ πέρα για να προλάβω τη δουλειά μου και εσύ νομίζεις ότι κάνεις διακοπές! Εδώ δεν είναι παιδική χαρά για να περνάμε ευχάριστα την ώρα μας, είναι γραφείο και μας πληρώνουν για να ερχόμαστε στην ώρα μας, να είμαστε παραγωγικοί, να δουλεύουμε όσο καλύτερα μπορούμε και να προσφέρουμε στην εταιρία…».
   Μπλα, μπλα, μπλα. Συνήθως τη συμπαθώ τη Σοφία. Είναι το καλύτερο αφεντικό που θα μπορούσε να έχει κανείς, φιλική, συζητήσιμη και με πολλή κατανόηση εκτός βέβαια από κάτι τέτοιες ώρες, λίγο πριν την ημερομηνία παράδοσης των βιβλίων που νομίζεις ότι την κατέλαβε ο Σατανάς. Την ώρα της κρίσης έπρεπε να σκύβεις το κεφάλι ταπεινά και να μουρμουρίζεις δικαιολογίες τις οποίες θα συμπλήρωνε μόνη της τελικά και με ένα συγνώμη την κατάλληλη στιγμή την έβγαζες λάδι, όπως έμαθα μετά από τις δυο τρεις πρώτες βδομάδες στη δουλειά. Σήμερα όμως η ρουτίνα είχε αλλάξει.
   «Τι ρούχα είναι αυτά που φοράς;» με ρώτησε έκπληκτη σταματώντας τις φωνές. Τα μάτια της είχαν γουρλώσει και παρατηρούσε με προσοχή το τσαλακωμένο μου  μπλουζάκι. «Είσαι σαν αυτούς τους μετανάστες που δείχνει η τηλεόραση στα Χοτ Σποτ».
   Εντάξει, δεν είχε έρθει και το τέλος του κόσμου. Απλά τα ρούχα μου ήταν λίγο ασιδέρωτα λόγω τεχνικού προβλήματος. Υπήρχαν μέρες που ήμουν και πολύ χειρότερα.
   Το βλέμμα της γεμάτο οίκτο και με μια υποψία αηδίας με έκανε να θέλω να υπερασπιστώ τον εαυτό μου.
   «Να, χάλασε το σίδερο και δεν πρόλαβα να αγοράσω άλλο, νόμιζα ότι είχα ακόμα λίγα σιδερωμένα ρούχα αλλά από το πρωί όλα πάνε στραβά, το ξυπνητήρι δεν…»
   «Ναι ξέρω, δε χτύπησε, το ασανσέρ δε λειτουργούσε, δεν έβρισκες ταξί…»
   Εντάξει, η παλιά καλή Σοφία, αλλά για μια στιγμή.
   «Πού τα ξέρεις όλα αυτά;» τη ρώτησα ρίχνοντάς της το πιο καχύποπτο βλέμμα μου.
 Πανικοβλήθηκα. Μήπως κάποιος με παρακολουθούσε; Είχαν βάλει κοριούς και μικροκάμερες στο σπίτι μου, εξαγόρασαν τον κυρ-Μιχάλη, τον θυρωρό να τους λέει τις κινήσεις μου;
   «Ρε συ Βίκη, στην κοσμάρα σου μια ζωή είσαι! Τι λέει, στην Βικοχώρα έχει ήλιο σήμερα;»
   Τι ήθελε να πει ο ποιητής; Κοίταξα έξω από το παράθυρο. Έριχνε καρεκλοπόδαρα.
   «Βίκη είσαι σίγουρη ότι δεν είσαι ξανθιά;» ρώτησε η Σοφία πιάνοντας μια τούφα από τα κατάμαυρα μαλλιά μου πριν απομακρυνθεί. «Στη δουλειά σου τώρα και φρόντισε να μην επαναληφθεί».
Μυθιστόρημα
Στη Βικοχώρα έχει πάντα ήλιο
Χρύσα Μίσκου
Εκδόσεις Αέναον
ISBN: 978-618-5395-02-5
Σελίδες: 372
Τιμή: 15,00€
Ημ. κυκλοφορίας 15/10/18

Η Βίκη τα έχει όλα. Μια δουλειά που αγαπάει – αν και δεν την πληρώνει καλά, μια μητέρα που την υπεραγαπάει – αν και φροντίζει να μην τη βλέπει και πολύ συχνά και έναν φίλο που τη λατρεύει – μόνο που δεν υπάρχει!
Όταν η άσπονδη φίλη της Μίνα την αναγκάζει να υποσχεθεί ότι θα τον παρουσιάσει στο Χριστουγεννιάτικο πάρτι του γραφείου, έχει μόνο μερικές μέρες μπροστά της για να καταφέρει το ακατόρθωτο!
Χαμένη κάπου ανάμεσα σε απλήρωτους λογαριασμούς, γραφεία συνοδών, σε φίλες που πρόκειται να γίνουν μαμάδες και σε τρελούς συγγενείς, κοντεύει να χάσει τα αβγά και τα πασχάλια μέχρι να καταλάβει ότι τα πιο απλά και τα πιο αληθινά, ίσως να βρίσκονται ήδη μπροστά στα μάτια μας. Και τελικά, ένα ψέμα θα την αναγκάσει να ξεκινήσει το μεγαλύτερο ταξίδι της ζωής της, αυτό προς τον απόλυτο έρωτα και θα τη μάθει να πιστεύει στον εαυτό της και να εκτιμάει την οικογένεια και τους φίλους της.

0 σχόλια:

ΓΕΥΣΗ ΣΑΡΚΑΣ

Ο ΔΟΓΗΣ

Ο ΔΟΓΗΣ

ΚΑΙ ΥΣΤΕΡΑ... ΞΕΣΠΑΣΕ Η ΚΑΤΑΙΓΙΔΑ

ΚΑΙ ΥΣΤΕΡΑ... ΞΕΣΠΑΣΕ Η ΚΑΤΑΙΓΙΔΑ

ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΟΙ ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ

ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΟΙ ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ

ΣΙΩΠΗΛΑ ΒΗΜΑΤΑ

ΣΙΩΠΗΛΑ ΒΗΜΑΤΑ

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΝΤΕ ΣΑΝΤ Η ΕΡΩΜΕΝΗ ΤΟΥ ΣΠΑΘΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΡΟΔΟΥ

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΝΤΕ ΣΑΝΤ Η ΕΡΩΜΕΝΗ ΤΟΥ ΣΠΑΘΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΡΟΔΟΥ
ΦΩΤΗΣ ΚΑΤΣΙΜΠΟΥΡΗΣ

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΝΤΕ ΣΑΝΤ Η ΕΡΩΜΕΝΗ ΤΟΥ ΣΠΑΘΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΡΟΔΟΥ

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΝΤΕ ΣΑΝΤ Η ΕΡΩΜΕΝΗ ΤΟΥ ΣΠΑΘΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΡΟΔΟΥ
ΦΩΤΗΣ ΚΑΤΣΙΜΠΟΥΡΗΣ

ΟΥΤΕ ΚΙ Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΞΕΡΕΙ

ΟΥΤΕ ΚΙ Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΞΕΡΕΙ
ΜΑΚΗ ΓΙΟΚΑΡΙΝΗ

ΣΠΗΛΑΙΟ...ΠΟΙΗΣΗ

ΣΠΗΛΑΙΟ...ΠΟΙΗΣΗ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ Δ. ΣΠΗΛΙΩΤΗ

ΦΘΗΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

ΦΘΗΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΣΙΩΛΗΣ

ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΙΘΑΚΗ

ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΙΘΑΚΗ

ΑΡΜΟΝΙΑ ΤΟΥ Ε

ΑΡΜΟΝΙΑ ΤΟΥ Ε

ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΛΑΤΗ ΣΤΟ ΒΟΥΝΟ

ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΛΑΤΗ ΣΤΟ ΒΟΥΝΟ

UNDER THS SHADOW OF ATHOS

UNDER THS SHADOW OF ATHOS

ΣΤΗ ΒΙΚΟΧΩΡΑ ΕΧΕΙ ΠΑΝΤΑ ΗΛΙΟ

ΣΤΗ ΒΙΚΟΧΩΡΑ ΕΧΕΙ ΠΑΝΤΑ ΗΛΙΟ

UNDER THS SHADOW OF ATHOS

UNDER THS SHADOW OF ATHOS

ΚΑΤΩ ΑΠ΄ΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΑΘΩ

ΚΑΤΩ ΑΠ΄ΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΑΘΩ

ΤΟ ΓΝΕΨΙΜΟ

ΤΟ ΓΝΕΨΙΜΟ

ΤΣΑΙ ΒΑΤΟΜΟΥΡΟ

ΤΣΑΙ ΒΑΤΟΜΟΥΡΟ

ΕΝΑ ΟΥΡΑΝΙΟ ΤΟΞΟ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΝΥΧΤΑ

ΕΝΑ ΟΥΡΑΝΙΟ ΤΟΞΟ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΝΥΧΤΑ

ΚΑΤΩ ΑΠ΄ΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΑΘΩ

ΚΑΤΩ ΑΠ΄ΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΑΘΩ

UNDER THS SHADOW OF ATHOS

UNDER THS SHADOW OF ATHOS

ΤΑΞΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΟΧΘΗ

ΤΑΞΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΟΧΘΗ

ΙΔΕΩΝ ΛΥΚΑΥΓΕΣ

ΙΔΕΩΝ ΛΥΚΑΥΓΕΣ

ΨΥΧΩΝ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ

ΨΥΧΩΝ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ

8 ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΕ ΜΠΟΥΚΑΛΙΑ

8 ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΕ ΜΠΟΥΚΑΛΙΑ