ΒΙΒΛΙΟΝΕΑ,
Στο ιστορικό, καταπράσινο νησί της Αποκάλυψης, την Πάτμο, ξεκινά το ταξίδι της ζωής της η μικρή Σοφία. Οι προδιαγραφές του ήταν επτασφράγιστο μυστικό και τα μονοπάτια του αόρατα. Μόνο λίγα βήματα μπροστά ήταν αυτά που αχνοφαίνονταν και ήταν τα πρώτα που της χαρίστηκαν απλόχερα, πλούσια, σαν εφόδια για τις μετέπειτα μπόρες.
Ήταν ανύποπτος και επώδυνος ο τρόπος αλλαγής της πορείας της. Άφησε βίαια την παιδική ανεμελιά ακολουθώντας τους γονείς της σε ένα δύσβατο δρόμο. Η ασθένεια της μητέρας της Λήδας, μα ακόμη περισσότερο ο χαμός της, ήταν βαθύ χάραγμα στην τρυφερή ψυχή της.
Όταν καταλάγιασε η εσωτερική τρικυμία, άρχισε να συλλέγει μικρές όμορφες στιγμές και να τρέφεται από τα συναισθήματα αγάπης του πατέρα της, Ορέστη, και της -κατά παράδοξο τρόπο- θετής μητέρας της, Μαρίας. Η απόφαση να ζήσει μαζί της, όταν ο Ορέστης ξεκίνησε μια καινούργια ζωή δίπλα στη Δέσποινα, φανέρωνε το μεγάλο δέσιμο που είχε δημιουργηθεί μαζί της. Η μαθητική της ζωή κυλούσε όμορφα, φυσιολογικά και με πολλά όνειρα. Αυτό όμως που καθόρισε και δρομολόγησε το μέλλον της ήταν ένα τραγικό δυστύχημα στο σιδηροδρομικό σταθμό που καταγράφηκε μέσα της ανεξίτηλα και την οδήγησε στην πόρτα της ιατρικής.
Η νέα της ζωή ως φοιτήτρια και η εμφάνιση του έρωτα στο πρόσωπο του Μιχάλη, ενός μελλοντικού ψυχολόγου, την βοήθησαν να γνωρίσει τον εαυτό της. Μέσα από ατελεύτητες φιλοσοφικές και ρεαλιστικές συζητήσεις μαζί του, ανακάλυψε την αγάπη σε όλες τις μορφές της. σε πρόσωπα, ιδέες, πράγματα.
Ανάμεσα σε όλα αυτά γεννήθηκε το όραμα της Αμερικής. Η ειδικότητα στην ογκολογία σε ένα μεγάλο νοσοκομείο, όπως την ονειρεύτηκε, την έφερε αναγκαστικά αντιμέτωπη με την καρδιά της. Υπερίσχυσε το όνειρο στην επιτυχία και φρόντισε να κρατήσει στην καρδιά και το μυαλό τις πολύτιμες στιγμές που κουβαλούσε η μέχρι τότε ζωή της, αδυνατώντας να τις κατατάξει στα τετελεσμένα.
Ένα ταξίδι στη γενέτειρα της ήταν χρέος προς τον εαυτό της και μια υπόσχεση που είχε δώσει στον Μιχάλη στο παρελθόν. Οι αναμνήσεις της γιαγιάς Σοφίας όσο και της πολυαγαπημένης της μητέρας γέμισαν με θέρμη την ψυχή της, μέχρι τη στιγμή που ένα τηλεφώνημα γεμάτο αγωνία από την μητέρα του Μιχάλη τους ανακοίνωσε την ξαφνική ασθένεια του πατέρα του διασαλεύοντας την ηρεμία τους.
Το υποχρεωτικό «αγροτικό» της νέας γιατρού και το άνοιγμα του γραφείου του νέου ψυχολόγου ήταν οι βασικές ασχολίες τους την τελευταία χρονιά πριν την μεγάλη αναχώρηση για τη Ν.Υόρκη. Το ταξίδι στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού ήταν γεμάτο πρωτόγνωρες εντυπώσεις. Η άφιξή της όμως συνέπεσε με τραγικές στιγμές της συγγενικής οικογένειας που θα την φιλοξενούσε και οι οποίες ήταν η αιτία να βρεθεί κατ’ ευθείαν στον επαγγελματικό της χώρο. Ο θείος Γιάννης, η θεία Ελπίδα και ο ξάδελφος Άρης ήταν τα νέα μέλη της οικογένειας, οι δικοί της άνθρωποι. Ήταν καλοσυνάτοι μετανάστες που, μέσα από την νοσταλγία τους για την πατρίδα, κρατούσαν τη Σοφία «δεμένη» με τις ρίζες της και φυσικά με τον Μιχάλη που ποτέ δεν διέγραψε από τη ζωή της.
Ανέβαινε τα σκαλιά της επιτυχίας με καθοδηγητή έναν εξαίρετο επιστήμονα και άνθρωπο, τον καθηγητή Ντέιβις, ο οποίος την στήριξε στις δυσκολότερες στιγμές της ζωής της. Όταν ήρθε αντιμέτωπη με τον καρκίνο - έναν παλιό γνώριμο εξ’ αιτίας της μητέρας της και συγχρόνως έναν νέο εξ’ αιτίας της δουλειάς της- έπρεπε να αποδείξει στον εαυτό της μέσα από τη σωματική και ψυχική οδύνη το μεγαλείο της πίστης, τη δύναμη της ελπίδας και την άσβεστη αγάπη για ζωή.
Η παραμονή της στο νοσοκομείο από ένα διαφορετικό οπτικό πεδίο, όχι του γιατρού αλλά του ασθενή, άλλαξε το κέντρο βάρους των αντιλήψεών της. Η παρουσία του Μιχάλη δίπλα της στην πρώτη επέμβαση αλλά και η απουσία του στη δεύτερη εξαιτίας της ευαισθησίας της να του το αποκρύψει για ψυχολογικούς λόγους, οδήγησε σε καταστάσεις γεμάτες έντονα συναισθήματα. Η διαχείρισή τους υπήρξε ένα προσωπικό στοίχημα, οριακό και αβάσταχτο πολλές φορές, το οποίο κυοφόρησε μια μεγάλη απόφαση. την οριστική επιστροφή στην Ελλάδα. Η τελική μάχη δόθηκε στο νησί απ’ όπου ξεκίνησε, τη στιγμή που αποκάλυπτε στο Μιχάλη τη σωματική της αδυναμία να φέρει στη ζωή ένα παιδί.
Η ζωή μέσα από συγκυρίες, γεγονότα, καταστάσεις χαράς, πόνου, λύπης, είναι αυτή που οδήγησε τη Σοφία να ανακαλύψει τις πραγματικές αξίες στη ζωή της, τη χαρά να αγωνίζεται για αυτές και να προσδοκά πάντα το καλύτερο.
Η Σάντυ Κυριακή Ηλιάδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και κατοικεί εδώ και τέσσερα χρόνια στο Λονδίνο. Το 2008 έγραψε το πρώτο βιβλίο της που βραβεύθηκε από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών. Αρθρογράφησε στο e-magazine «prova gamou» και έγραψε δύο διηγήματα: «Καρμική νύχτα» και «Μισέλ». Παράλληλα με τη συγγραφή εργάζεται ως qualified nanny-tutor, διευθύνει την εταιρεία NanniesMammiesandDaddies Agency και διαχειρίζεται τη σελίδα του Agency στο Facebook.
Πηγή: http://www.ekivil.org/2017/10/blog-post_821.html
Ένα ουράνιο τόξο μέσα στη νύχτα - Σάντυ Κυριακή Ηλιάδου,εκδ. Αέναον
«Μια φορά κι έναν καιρό ήταν...».
Με αυτές τις λέξεις ξεκινούσαν τα παραμύθια όταν ήμασταν παιδιά και σχεδόν πάντα κατέληγαν σε ένα όμορφο και χαρούμενο τέλος. Στη ζωή βέβαια -και στην πορεία του καθενός μας σ’ αυτήν- ξετυλίγονται παραμύθια που καταλήγουν σε τέλος καλό, παραμύθια με τέλος άσχημο και πολλές φορές παραμύθια ανεξήγητα· αυτά που φτάνουν στο τέλος με πολλά ερωτηματικά και χωρίς να μπορείς να τους βάλεις μια τελεία.
Όλα αυτά μπορεί να συμβαίνουν συγχρόνως και παράλληλα στη ζωή μας. Άλλα απ’ αυτά ενδέχεται να μας κάνουν τη ζωή εύκολη και χαρούμενη, άλλα πάλι δύσκολη και επίπονη, ενώ κάποια να μπερδεύουν τόσο την κρίση μας, με αποτέλεσμα να μας οδηγούν σε σωρεία λαθών. Από όλα αυτά βέβαια δημιουργείται ένας πίνακας ζωγραφικής με καλλιτέχνη τον καθένα από μας. Πρόκειται για ένα πίνακα με πλούσια και ίσως αντιφατική θεματολογία, στον οποίο η τελική πινελιά καθορίζει τον ορισμό του, τον αυτοπροσδιορισμό του, τον τίτλο με τον οποίο υπογράφει ο καλλιτέχνης.
Με αυτές τις λέξεις ξεκινούσαν τα παραμύθια όταν ήμασταν παιδιά και σχεδόν πάντα κατέληγαν σε ένα όμορφο και χαρούμενο τέλος. Στη ζωή βέβαια -και στην πορεία του καθενός μας σ’ αυτήν- ξετυλίγονται παραμύθια που καταλήγουν σε τέλος καλό, παραμύθια με τέλος άσχημο και πολλές φορές παραμύθια ανεξήγητα· αυτά που φτάνουν στο τέλος με πολλά ερωτηματικά και χωρίς να μπορείς να τους βάλεις μια τελεία.
Όλα αυτά μπορεί να συμβαίνουν συγχρόνως και παράλληλα στη ζωή μας. Άλλα απ’ αυτά ενδέχεται να μας κάνουν τη ζωή εύκολη και χαρούμενη, άλλα πάλι δύσκολη και επίπονη, ενώ κάποια να μπερδεύουν τόσο την κρίση μας, με αποτέλεσμα να μας οδηγούν σε σωρεία λαθών. Από όλα αυτά βέβαια δημιουργείται ένας πίνακας ζωγραφικής με καλλιτέχνη τον καθένα από μας. Πρόκειται για ένα πίνακα με πλούσια και ίσως αντιφατική θεματολογία, στον οποίο η τελική πινελιά καθορίζει τον ορισμό του, τον αυτοπροσδιορισμό του, τον τίτλο με τον οποίο υπογράφει ο καλλιτέχνης.
Υ.Σ Τη συγγραφέα κ. Ηλιάδου, που ζεί μόνιμα στο Λονδίνο θα έχουμε την χαρά να την δούμε στην συναντηση μας στις 26/11 στο coffee island.
Ήταν ανύποπτος και επώδυνος ο τρόπος αλλαγής της πορείας της. Άφησε βίαια την παιδική ανεμελιά ακολουθώντας τους γονείς της σε ένα δύσβατο δρόμο. Η ασθένεια της μητέρας της Λήδας, μα ακόμη περισσότερο ο χαμός της, ήταν βαθύ χάραγμα στην τρυφερή ψυχή της.
Όταν καταλάγιασε η εσωτερική τρικυμία, άρχισε να συλλέγει μικρές όμορφες στιγμές και να τρέφεται από τα συναισθήματα αγάπης του πατέρα της, Ορέστη, και της -κατά παράδοξο τρόπο- θετής μητέρας της, Μαρίας. Η απόφαση να ζήσει μαζί της, όταν ο Ορέστης ξεκίνησε μια καινούργια ζωή δίπλα στη Δέσποινα, φανέρωνε το μεγάλο δέσιμο που είχε δημιουργηθεί μαζί της. Η μαθητική της ζωή κυλούσε όμορφα, φυσιολογικά και με πολλά όνειρα. Αυτό όμως που καθόρισε και δρομολόγησε το μέλλον της ήταν ένα τραγικό δυστύχημα στο σιδηροδρομικό σταθμό που καταγράφηκε μέσα της ανεξίτηλα και την οδήγησε στην πόρτα της ιατρικής.
Η νέα της ζωή ως φοιτήτρια και η εμφάνιση του έρωτα στο πρόσωπο του Μιχάλη, ενός μελλοντικού ψυχολόγου, την βοήθησαν να γνωρίσει τον εαυτό της. Μέσα από ατελεύτητες φιλοσοφικές και ρεαλιστικές συζητήσεις μαζί του, ανακάλυψε την αγάπη σε όλες τις μορφές της. σε πρόσωπα, ιδέες, πράγματα.
Ανάμεσα σε όλα αυτά γεννήθηκε το όραμα της Αμερικής. Η ειδικότητα στην ογκολογία σε ένα μεγάλο νοσοκομείο, όπως την ονειρεύτηκε, την έφερε αναγκαστικά αντιμέτωπη με την καρδιά της. Υπερίσχυσε το όνειρο στην επιτυχία και φρόντισε να κρατήσει στην καρδιά και το μυαλό τις πολύτιμες στιγμές που κουβαλούσε η μέχρι τότε ζωή της, αδυνατώντας να τις κατατάξει στα τετελεσμένα.
Ένα ταξίδι στη γενέτειρα της ήταν χρέος προς τον εαυτό της και μια υπόσχεση που είχε δώσει στον Μιχάλη στο παρελθόν. Οι αναμνήσεις της γιαγιάς Σοφίας όσο και της πολυαγαπημένης της μητέρας γέμισαν με θέρμη την ψυχή της, μέχρι τη στιγμή που ένα τηλεφώνημα γεμάτο αγωνία από την μητέρα του Μιχάλη τους ανακοίνωσε την ξαφνική ασθένεια του πατέρα του διασαλεύοντας την ηρεμία τους.
Το υποχρεωτικό «αγροτικό» της νέας γιατρού και το άνοιγμα του γραφείου του νέου ψυχολόγου ήταν οι βασικές ασχολίες τους την τελευταία χρονιά πριν την μεγάλη αναχώρηση για τη Ν.Υόρκη. Το ταξίδι στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού ήταν γεμάτο πρωτόγνωρες εντυπώσεις. Η άφιξή της όμως συνέπεσε με τραγικές στιγμές της συγγενικής οικογένειας που θα την φιλοξενούσε και οι οποίες ήταν η αιτία να βρεθεί κατ’ ευθείαν στον επαγγελματικό της χώρο. Ο θείος Γιάννης, η θεία Ελπίδα και ο ξάδελφος Άρης ήταν τα νέα μέλη της οικογένειας, οι δικοί της άνθρωποι. Ήταν καλοσυνάτοι μετανάστες που, μέσα από την νοσταλγία τους για την πατρίδα, κρατούσαν τη Σοφία «δεμένη» με τις ρίζες της και φυσικά με τον Μιχάλη που ποτέ δεν διέγραψε από τη ζωή της.
Ανέβαινε τα σκαλιά της επιτυχίας με καθοδηγητή έναν εξαίρετο επιστήμονα και άνθρωπο, τον καθηγητή Ντέιβις, ο οποίος την στήριξε στις δυσκολότερες στιγμές της ζωής της. Όταν ήρθε αντιμέτωπη με τον καρκίνο - έναν παλιό γνώριμο εξ’ αιτίας της μητέρας της και συγχρόνως έναν νέο εξ’ αιτίας της δουλειάς της- έπρεπε να αποδείξει στον εαυτό της μέσα από τη σωματική και ψυχική οδύνη το μεγαλείο της πίστης, τη δύναμη της ελπίδας και την άσβεστη αγάπη για ζωή.
Η παραμονή της στο νοσοκομείο από ένα διαφορετικό οπτικό πεδίο, όχι του γιατρού αλλά του ασθενή, άλλαξε το κέντρο βάρους των αντιλήψεών της. Η παρουσία του Μιχάλη δίπλα της στην πρώτη επέμβαση αλλά και η απουσία του στη δεύτερη εξαιτίας της ευαισθησίας της να του το αποκρύψει για ψυχολογικούς λόγους, οδήγησε σε καταστάσεις γεμάτες έντονα συναισθήματα. Η διαχείρισή τους υπήρξε ένα προσωπικό στοίχημα, οριακό και αβάσταχτο πολλές φορές, το οποίο κυοφόρησε μια μεγάλη απόφαση. την οριστική επιστροφή στην Ελλάδα. Η τελική μάχη δόθηκε στο νησί απ’ όπου ξεκίνησε, τη στιγμή που αποκάλυπτε στο Μιχάλη τη σωματική της αδυναμία να φέρει στη ζωή ένα παιδί.
Η ζωή μέσα από συγκυρίες, γεγονότα, καταστάσεις χαράς, πόνου, λύπης, είναι αυτή που οδήγησε τη Σοφία να ανακαλύψει τις πραγματικές αξίες στη ζωή της, τη χαρά να αγωνίζεται για αυτές και να προσδοκά πάντα το καλύτερο.
Η Σάντυ Κυριακή Ηλιάδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και κατοικεί εδώ και τέσσερα χρόνια στο Λονδίνο. Το 2008 έγραψε το πρώτο βιβλίο της που βραβεύθηκε από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών. Αρθρογράφησε στο e-magazine «prova gamou» και έγραψε δύο διηγήματα: «Καρμική νύχτα» και «Μισέλ». Παράλληλα με τη συγγραφή εργάζεται ως qualified nanny-tutor, διευθύνει την εταιρεία NanniesMammiesandDaddies Agency και διαχειρίζεται τη σελίδα του Agency στο Facebook.
Πηγή: http://www.ekivil.org/2017/10/blog-post_821.html
0 σχόλια: